Παρασκευή 14 Μαΐου 2010

Τα παιδιά... ενός κατώτερου Θεού.





Aπόψε, έχουμε την παράσταση στις εννιά. Ε, εννιά... 9.30 θα αρχίσουμε κλασικά.
Μαζεύτηκαμε λοιπόν, πριν λίγο να συννενοηθούμε για τελευταίες λεπτομέρειες.
Και πως πήγε η συζητήση και αρχίσαμε να συζητάμε για την εκμάθηση της νοηματικής γλώσσας. Αλήθεια, είναι μαγίκη γλώσσα και πολύ δύσκολη πιστεύω.
Πόσο όμορφο όμως είναι κανείς, να μπορεί να εκφράσει όσα νιώθει ή όσα θέλει να πει με μια κινήση των χεριών. Δεν κρύβω βέβαια, πως δεν το βλέπω τόσο ευαισθητοποιημένα ίσως, όσο θεατρικά.
Εν πάσει περιπτώσει όμως, η συζήτηση πήγε αναποφεύκτα και στα άτομα με αναπηρίες. Γιατί, ας το παραδεχτούμε. Είναι γελοίο ένα ολοκλήρο κράτος να αποκαλεί αυτά τα άτομα ως άτομα με ειδικές ανάγκες ή με ειδικές ικανότητες και οτιδήποτε άλλο. Ειδικά από την στιγμή, που ο ίδιος ο σύλλογος των ανθρώπων αυτών, έχει ζητήσει να μην αποκαλούνται έτσι. Τι ειδικές ανάγκες, τι ειδικές ικανότητες? Είναι άνθρωποι σαν εμάς. Άλλοι δεν μπορούν να δουν, άλλοι να ακούσουν και άλλοι να περπατήσουν. Ε, όπως και εμείς, άλλοι δεν μπορούμε να τραγουδήσουμε, άλλοι να τρέξουμε γρήγορα, άλλοι δεν είμαστε καλοί στα μαθηματικά και ούτω καθ'εξής.
Είναι τόσο τραγελαφικό, άλλωστε ένα ολόκληρο ελληνικό κράτος να κρύβεται πίσω από το δάχτυλο του. Θα'ταν καλύτερα, αντί να βρίσκει χαρακτηρισμούς, να βελτιώσει τις υποδομές του. Βέβαια, τέτοια πράγματα, σε καιρούς χαλεπούς δεν λέγονται. Πάντως, ένα μπράβο που το κράτος έχει χωρίσει τους ανθρώπους σε κατηγορίες. Τα άτομα με ειδικές ανάγκες όπως λέμε, οι οριοθετικοί (άτομα με την νόσο του aids), οι καρκινοπαθείς, τα καθυστερημένα όπως τα αποκαλούν( άτομα με σύνδρομο down και με παρόμοιες ασθένειες ) και οι υπόλοιποι.

Και για να το συνδέσω φυσικά και με το θέατρο, από αυτή την κατάσταση εμπνεύστηκε και ο Μαρκ Μέντοφ την ιστορία του για το θεατρικό ''Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού'' που διαπραγματεύεται την ιστορία της Σάρας, η οποία αν και έχει τελειώσει την σχολή κωφάλαλων δεν θέλει να φύγει από εκεί. Αυτό το γεγονός, ξυπνά το καθηγητή ενός νεοφερμένου καθηγητή ο οποίος και την ερωτεύεται και την πείθει να τον ακολουθήσει και να την αφήσει να της γιατρέψει τα πιθανά τραύματα του παρελθόντος. Θαρρώ, πως η τελευταία φορά που ανέβηκε από επαγγελματικό θίασο, ήταν πριν κάποια χρόνια στη σκηνή του θεάτρου ''Αλάμπρα'' με το Γιάννη Βούρο και την Πέγκυ Τρικαλιώτη στους βασικούς ρόλους. Σύμφωνα με κριτικές ήταν μια εξαιρετική παράσταση, την οποία και οι δύο ηθοποιοί κατάφεραν να αναδείξουν και να την κρατήσουν σε ένα απόλυτα υψηλό επίπεδο.


''Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού'' είναι το τελευταίο έργο που ανέβασε η Έλλη Λαμπέτη το 1981. Για την παράσταση φρόντισε να μάθει μόνο μέσα σε τρεις μήνες, την νοηματική γλώσσα με όλες τις λέξεις και όχι μόνο όσες χρειάζονταν για το έργο.H Λαμπέτη, διαλυμένη σχεδόν από τον καρκίνο που τη βασάνιζε από το 1969 και έχοντας χάσει πλέον τη φωνή της εμφανίζεται για ύστατη φορά μπροστά σε ένα κοινό που την αποθεώνει όσο πότε άλλοτε, ίσως καταλαβαίνοντας ότι το τέλος δεν αργεί να έρθει. Για τη ροή της ιστορίας, τη φωνή της, την έχασε από λάθος, κατά τους Αμερικανούς γιατρούς. Την ώρα που της έκαναν ακτινοβολίες για τον καρκίνο που είχε στο μεσοθωράκιο, κάποια ακτίνα ''ξέφυγε'' από την πορεία της και έτσι παρέλυσε η μία φωνητική χορδή. Εμφάνιζεται λοιπόν, στη σκηνή του θεάτρου της, όχι βέβαια χωρίς απρόβλεπτα, αφού πολλές φορές την παράσταση διακόπτει ένας ξαφνικός βήχας της. Το 1983 η Έλλη Λαμπέτη, πέθανε και τα τελευταία λόγια που είπε στην αδερφή της, που ήταν δίπλα της, ήταν : ''Αντιγόνη, είμαστε παιδιά ενος κατώτερου Θεού''.


Ένα άλλο θεατρικό έργο, ευαισθητοποιημένο πάνω σ'αυτό το θέμα είναι το βασισμένο σε αληθινή ιστορία ''Το θαύμα της Άννυ Σάλιβαν'', του Ουίλιαμ Γκίμπσον. Έχει να κάνει με την ιστορία ενός μικρού κοριτσιού όπου το σύμπαν της είναι σκοτεινό και χωρίς ήχους. Βλέπει, ακούει κι αισθάνεται τον κόσμο μόνο μέσα από τις μυρωδιές και τα ένστικτα. Η αναπηρία της, κληρονομιά μιας βρεφικής αρρώστιας, θ’ αρχίσει να βελτιώνεται στα έξι της χρόνια, από την ημέρα που θα συναντήσει την Άννυ Σάλι­βαν, μια νεαρή δασκάλα ειδικής αγωγής, γεμάτη ανασφάλειες και πίκρα, η οποία ταυτόχρονα διψά για ζωή. Η δασκάλα της, ύστερα από μεγάλες προσπάθειες θα κατορθώσει να την καθοδηγήσει και να της μάθει όσα πρέπει να ξέρει. Παιζόταν τα τελευταία δύο χρόνια στο θέατρο ''Άλφα'' και αργότερα στη Θεσσαλονίκη από την Πέγκυ -ξανά- Τρικαλιώτη και τις -εναλλάξ- μικρές Δήμητρα Δουμένη και Αναστασία Τσιλιμπίου. Η ερμηνεία της Τρικαλιώτη χαρακτηριστηκε υπερβολική ορισμένες φορές, αλλά εγώ είχα την τύχη να παρακολουθήσω την παράσταση και ήταν από τις καλύτερες που έχω δει.
Και μια περίεργη σύμπτωση, την είχε παίξει την Άννυ Σάλιβαν και η Έλλη Λαμπέτη εν έτει 1961 και η οποία μάλιστα προλόγισε και την ελληνική μετάφραση του βιβλίου της Helen Keller, Η ιστορία της ζωής μου.



Aυτά, τα ολίγα είχα να πω και σήμερα. Λίγο κοινωνικά, λίγο θεατρικά, μα αληθινά.
Γιατί δεν πρέπει να μιλάμε για τους ανθρώπους αυτούς, ούτε με λύπηση, ούτε με περιφρόνηση, ούτε να τους αναφέρουμε μόνο στην παγκόσμια ημέρα τους. Πρέπει να είμαστε δίπλα τους, γιατί η όλη κατάσταση που επικρατεί και η στάση της κοινωνίας απέναντι τους, τους έχει κάνει ευάλωτους. Να είμαστε λοιπόν μαζί τους,να τους δείξουμε και να τους γνωρίσουμε, όσα μπορούμε. Όχι επειδή τους λυπόμαστε, γιατί δεν τους λυπόμαστε. Αλλά γιατί τους σεβόμαστε.


Φιλιά, πολλά.

1 σχόλιο:

  1. 1ον.. Θέλω να σου πω ότι λατρευω τα ποστ σου, αν και τις περισσότερες φορες δεν έχω κάτι να σχολιασω. Γράφεις τόσο αληθινά.. Και με όμορφα θέματα. Μαθαίνω πολλά μέσα απ' τα κείμενα σου.

    2ον.. Καθώς διάβαζα, ένιωσα την επιθυμία να μοιραστώ κάτι μαζί σου.
    Έκανα βόλτα σε ένα μεγάλο εμπορικό.. Κια σε μια καφετέρια, είδα 3 άντρες να πίνουν το καφεδάκι τους, σαν φυσιολογικοί άνθρωποι. Μετά παρατήρησα 3 αναπηρικά καροτσάκια, δίπλα στο τραπέζι τους.
    Προφανώς, κανεις απ' τους 3 τους δεν μπορούσε να περπατησει... Βγηκαν όμως για έναν καφε, μετακινήθηκαν στις ξύλινες καρέκλες, και απολαυσαν το απογευμα τους σαν φυσιολογικοι ανθρωποι.
    Τοτε ήταν που παρατηρησα τις εκφρασεις τους. Ήταν καλα. Ήταν χαρουμενοι. :)
    Πηρα πολύ δύναμη απ' αυτό το περιστατικό... Γιατί δύναμη χρειάζεται για να αγνοησεις τέτοιες αδικίες της φύσης, και να προσπαθησεις να ζεις σαν να μην αντιμετωπίζεις πρόβλημα.

    Αυτά από μένα... Καλη συνεχεια. (:

    ΑπάντησηΔιαγραφή